Τις φοβάμαι τις συνωμοσίες τού Σύμπαντος. Μα πιο πολύ αυτές των ανθρώπων φοβάμαι. Ώρες-ώρες περνάει απ’ το μυαλό μου ότι η ζωή μου δεν είναι παρά μια τέτοια συνωμοσία.
Ποιο θα ήταν, όμως, το όφελος; Εξάλλου, όλοι με την ίδια βάρκα δε βουλιάζουμε;
Απλά, μού φαίνεται λίγο ύποπτο το γεγονός ότι είμαι ο μόνος που ψάχνει για σωσίβιο.
Αν τύχει, -λέω- αν τύχει κι ανακαλύψω, αργά ή γρήγορα, μια μέρα, πως ήταν όλα ένα ψέμα,
τότε...
τότε θα ανοίξω διάπλατα το στόμα μου, κι ολόκληρη η Γη θα κλονιστεί συθέμελα από την ΚΡΑΥΓΗ μου.
Ο ουρανός θα πέσει σε θραύσματα και θα κόψει όλους τούς ψεύτες γύρω μου.
Αχ, και τότε...
και ο Θεός ο ίδιος θα μείνει ακάλυπτος. Δε θα μπορεί πια να με εξετάζει πίσω από το γαλάζιο αδιαφανές του τζάμι.
Και δε θα είμαι πια το πιόνι στο παιχνίδι κανενός!
Από μικρό παιδάκι είχα αυτή την εμμονή με το πλυντήριο.
Ναι, μια ακόμη εμμονή μου απ’ τις πολλές.
Έπαιρνα μια χοντρή πετσέτα, την έστρωνα πάνω στο κρύο μωσαϊκό μπροστά από τη συσκευή, καθόμουν επάνω και παρακολουθούσα με τις ώρες τον κάδο να γυρίζει.
Πότε δεξιά για λίγο, πότε αριστερά.
Μετά παύση.
Για λίγο.
Σίγουρα θα ‘χει μελετηθεί το φαινόμενο και θα ‘χει μάλιστα και κάποια ιδιαίτερη επιστημονική ονομασία.
Σίγουρα, γιατί δεν ήμουν ούτε το πρώτο ούτε το τελευταίο παιδί που,
αντί για τηλεόραση,
προτιμούσε να βλέπει πλυντήριο.
Άσε που και μετέπειτα στη ζωή ήρθαν τα downloadingbarsκαι το diskdefragmentationνα καλύψουν το κενό που άφησε η εγκατάλειψη εκείνης τής παιδικής συνήθειας.
Δεν ξέρω για τα υπόλοιπα,
όμως εγώ
πιστεύω ακόμα στο πλυντήριο.
Κι ήρθε νομίζω η ώρα για μια πλύση.
Κύρια και καίρια.
Ήρθε ο καιρός να βγάλω από πάνω μου
ετούτο το κορμί,
την αθλία πανοπλία μου,
και να την ρίξω με μια κίνηση
στον κάδο τού πλυντηρίου.
Μέρες τώρα είχα παρατηρήσει να εξαπλώνεται
ολοένα και περισσότερο
εκείνος ο λεκές τής απογοήτευσης
λίγο πιο κάτω από την περιοχή τού στήθους.
Ναι, πλυντήριο, γιατί δεν είναι για χέρι.
Δεν είναι στο χέρι μου.
Τώρα.
Να προλάβω.
Να προλάβω μην ποτίσει η ψυχή.
Υ.Γ.: Η σκόνη με τούς μπλε και πράσινους κόκκους εφησυχασμού
Ο Γιώργος Κ. Καραβασίλης ήταν ποιητής, μεταφραστής, δημοσιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1949 και πέθανε στην Αθήνα το 2004.