στο όνομα αυτής της έλξης





Θα χρειαστεί μια μέρα να τη συζητήσουμε, εσύ κι εγώ, αυτή την ιστορία που τη λένε αγάπη. Γιατί, ειλικρινά, δεν έχω καταλάβει ακόμα τι σημαίνει αυτό το πράγμα. Υποψιάζομαι πως πρόκειται για μια τεράστια απάτη, που την επινόησαν για να μας τραβάνε από τη μύτη και να μας αποκοιμίζουν. Για αγάπη μιλάνε οι παπάδες, οι διαφημιστικές πινακίδες, οι άνθρωποι των γραμμάτων, οι πολιτικοί, αυτοί που κάνουν έρωτα. Και μιλώντας για αγάπη, παρουσιάζοντάς την σαν τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε τραγωδίας, πληγώνουν, προδίνουν, δολοφονούν, την ψυχή και το σώμα. Μισώ αυτή τη λέξη που τη συναντάς παντού, σε όλες τις γλώσσες. […] Και δεν ξέρω αν σ’ αγαπώ. Δε σε σκέφτομαι από τη σκοπιά της αγάπης. Και τον πατέρα σου, το ίδιο: όσο το συλλογίζομαι, τόσο πιο πολύ πιστεύω ότι δεν τον αγάπησα ποτέ. Τον θαύμασα, τον πόθησα, αλλά για να τον αγαπήσω… αυτό όχι. Όχι περισσότερο από ό,τι και εκείνους που υπήρξαν πριν από αυτόν, απογοητευτικά ομοιώματα μιας αναζήτησης που αποτύγχανε πάντα. Απέτυχε; Χρησίμεψε πάντως και σε κάτι: με έκανε να καταλάβω ότι τίποτα δεν απειλεί τόσο την ελευθερία, όσο η ανεξήγητη έλξη που νιώθει ένα πλάσμα για ένα άλλο˙ λόγου χάρη μια γυναίκα για έναν άντρα, ένας άντρας για μια γυναίκα. Δεν υπάρχουν δεσμά, αλυσίδες ή κάγκελα που να σε κρατάνε σε πιο τυφλή σκλαβιά, σε πιο απελπισμένη αδυναμία. Και αλίμονο σε όποιον, στο όνομα αυτής της έλξης, προσφέρει τον εαυτό του σε κάποιον άλλο: το μόνο του όφελος είναι να χάσει τα δικαιώματά του, την αξιοπρέπειά του, την ελευθερία του. Σαν σκυλί που πνίγεται, προσπαθείς μάταια να φτάσεις σε μιαν ανύπαρκτη ακτή, την ακτή που ονομάζεται Αγαπώ και Αγαπιέμαι, και τελικά σ’ εξουθενώνει η κοροϊδία, η απογοήτευση. Στην καλύτερη περίπτωση, καταλήγεις ν’ αναρωτηθείς τι σ’ έσπρωξε να ριχτείς στο νερό. Η δυσαρέσκεια για τον εαυτό σου; Η ελπίδα ότι θα βρεις μέσα σου κάτι που δεν το είχες ανακαλύψει; Ο φόβος της μοναξιάς, της πλήξης, της σιωπής; Η ανάγκη να κατακτήσεις και να κατακτηθείς; Μερικοί πιστεύουν ότι αυτό είναι η αγάπη. Φοβάμαι όμως πως είναι κάτι πολύ λιγότερο: μια πείνα, που, όταν κορεστεί, σου φέρνει δυσπεψία. Εμετό. Κι όμως, πρέπει κάτι να υπάρχει, που θα μπορέσει να μου φανερώσει το κρυφό νόημα της καταραμένης αυτής λέξης. Κάτι πρέπει να υπάρχει, που θα με βοηθήσει να καταλάβω τι είναι και πώς είναι. Αισθάνομαι τόση ανάγκη, τόση δίψα. Κι αυτή μου η ανάγκη, η δίψα μου, με κάνει να σκέφτομαι: ίσως η μητέρα μου είχε δίκιο όταν έλεγε πως αγάπη είναι αυτό που νιώθει μια μάνα όταν παίρνει στην αγκαλιά της το παιδί της και το βλέπει τόσο ανυπεράσπιστο, τόσο αφοπλισμένο, τόσο μόνο.



Απόσπασμα από το βιβλίο
«Lettera a un bambino mai nato»
της Oriana Fallaci (1975).

(«Γράμμα σ’ ένα παιδί που δε γεννήθηκε ποτέ»,
Μτφ. Έρη Κανδρή, εκδ. Πάπυρος, 1976)

Photo credits: Oriana Fallaci (© Francesco Scavullo)



2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Great text. Impressive work on your site. Please have a good Friday.

daily athens photo

Hfaistiwnas είπε...

"Δεν υπάρχουν δεσμά, αλυσίδες ή κάγκελα που να σε κρατάνε σε πιο τυφλή σκλαβιά, σε πιο απελπισμένη αδυναμία"
Καλά τα λέει.. από πρώτο χέρι τα έχει βιώσει..