Είναι ελεύθερος ο Max...



Βάζει μαγεία, αβίαστα, σε ό,τι κάνει.
Χαμογελάει εύκολα˙ και στους ηλίθιους ακόμη.
Περνάει καλά. Δεν πέφτει ποτέ στις παγίδες.
Δεν αφήνει να τον θαμπώσουν τα νέον του λούνα παρκ.
Ζει τη ζωή του χωρίς ν’ ασχολείται με τις γκριμάτσες
που κάνουν γύρω του τα ψάρια μέσα στο δίχτυ. 

Είναι ελεύθερος ο Max... 
Κάποιοι λένε κιόλας πως τον είδαν να πετά...

Δουλεύει λιγάκι, όταν το κορμί του είναι σύμφωνο.
Μη σκας για ‘κείνον, ξέρει να μοιράζει τις δυνάμεις του.
Στο καλάθι με τα καβούρια, δεν το παίζει αστακός.
Δεν κοιτά πάση θυσία να κάνει μπουρμπουλήθρες μες στον βούρκο.

Κοιτάζει γύρω του με μάτια όλο αγάπη.
Πριν καν πεις οτιδήποτε, σ’ έχει ήδη αγαπήσει.
Δεν κάνει θόρυβο, δεν του αρέσουν οι τυμπανοκρουσίες.
Μα το μαρμάρινο άγαλμα τού χαμογελάει στην αυλή.

Και φυσικά όλα τα κορίτσια τού κάνουν τα γλυκά μάτια.
Εκείνος, για να τα ευχαριστήσει, τους λέει ιστορίες.
Τα πηγαίνει πέρα απ’ τα χωράφια,
να καβαλήσουν τους μονόκερους στο σούρουπο.

Καθώς δεν έχει τα λεφτά να το παίξει ταξιδευτής,
συχνά μιλάει στους κατοίκους της καρδιάς του.
Τι λένε μεταξύ τους; Αυτό πρέπει να μάθουμε,
για να ‘χουμε όπως εκείνος τόση αγάπη στη ματιά μας.



Στίχοι / Μουσική / Ερμηνεία: Hervé Cristiani. (1981)
Απόδοση στα Ελληνικά: Δημήτρης Αναγνωστόπουλος

Φίλοι, προδοτικοί μου φίλοι


ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ              ΠΡΟΘΑΛΑΜΙΟ



Τρίπολιςρκαδίας, 1975

Φίλοι, ἂς μπῶ στὸ πατρικό μου σπίτι
Μὲ τὸ πλακόστρωτο, τὰ κεραμίδια, τὰ μοσχάτα.
Τοῦ ἔρωτα ἡ ἀναμονὴ εἶναι πλατιὰ μεγάλη.
Πόσο πιὸ δῶ πόσο πιὸ κεῖ ἀπ’ τ’ ὄνειρο βρισκόμαστε.
Χρέη ἀφανισμῶν ποὺ παραγράφονται καὶ στὸ πλατύσκαλο
Ἀπάνω σὲ πατημασιὲς σβησμένες ξεδιπλώνομαι,
Κυλῶ στοῦ πόθου μου τὴ μήτρα.
Δωμάτια μὲ διασταυρούμενα φυλλώματα,
Φιλλύρες ἄκοπες ἀκόμα κι ἀπ’ τὸ θάνατο•
Ἥλιε, ἥλιε ποὺ λάμνεις σ’ ὀρθάνοιχτα παράθυρα
Στὴν Τρίπολη κοιτάζω τὴν Καστέλλα
Διακόσια τόσα χρόνια ποὺ μοῦ περιμένουν τὴ σπορά,
Ταφές καὶ γέννες λίγο πρὶν τον ἔρωτα.
Φίλοι• μιλῶ μὲ στόμα ἀξεδίψαστων νεκρῶν.
Στοὺς τάπητες καὶ στὰ κεντήματα θὰ ντύσω τὴ μορφή μου,
Στὴ σκόνη, σὲ παμπάλαιες χειρονομίες, σὲ πρόσωπα λησμονημένα.
Ἡ ἔξοδος τῆς σάρκας μου πρὸς τὴν ἐλευθερία,
Ἐδῶ.
Φίλοι, προδοτικοί μου φίλοι, μαρτυρεῖστε
Σ’ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη
Πόσο πιὸ δῶ, πόσο πιὸ κεῖ ἀπ’ τ’ ὄνειρο βρισκόμαστε.


Από τη συλλογή Καλλιέργεια αἵματος, Γνώση, 1984


ΜΗΝΥΜΑ






Σιώπα.

Και να θυμάσαι

με πόση δοκιμασία απόχτησες

την αρετή ν' αγαπάς.


 
 
 
 
 
 
(Τρίπολη, 1916 - Αθήνα, 1979)
 

γράφοντας


Τον διάλογο επιζητούμε γράφοντας, αποφεύγοντας όμως έτσι να έχουμε το εμπόδιο της παρουσίας τού συνομιλητή, που εκθέτει σε μόλυνση την ιερότητα και του νοερού.


...είπε η Κική Δημουλά
στον Κώστα Κατσουλάρη.
(BOOK PRESS, 07/08 2010)


ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ 
Εσωτερικό Αθηναϊκού Σπιτιού (1955)
 

νυχτερινή έμπνευση


…Εγώ τη νύχτα γράφω.
Όταν όμως κατά τις 5:15 έρχεται ένα αηδόνι στην αυλή μου,
σταματάω και το ακούω... (Λίνα)




Αν περιμένεις
την αυγή
κάποιο τραγούδι
θα σού βγει

Θα σ' τ' ακουμπήσει
στο χέρι
το τελευταίο
αστέρι





ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ ΒΑΡΚΙΤΖΗ ΛΙΝΤΑ
(ΛΑΔΙ ΣΕ ΜΟΥΣΑΜΑ, 1974)
 

Η φύση ως δημιουργός της ζωής


ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ του
Πρώτου Λογοτεχνικού Διαγωνισμού Φράσης της Διασπορικής Λογοτεχνικής Στοάς.


Την πρώτη θέση κερδίζει η κυρία Ανδρομάχη Διαμαντοπούλου,
με 4 ψήφους, για τη φράση της:

Κάθε χρόνο όλο και πιο πολύ ζηλεύω… την Άνοιξη.


Τη δεύτερη θέση κερδίζουν από κοινού οι συμμετέχοντες που έλαβαν 3 ψήφους για τις φράσεις τους:

Για τα δύσκολα φύλαγε στο ταγάρι λίγο ουρανό και χώμα.
Εύη Τανούδη

Κάθε τόσο νυχτώνει για να ζήσουν κι αλλού.
Δημήτρης Αναγνωστόπουλος

Γεννάει η φύση απ’ το μηδέν, μα στο άπειρο καλπάζει.
Γιώργος Μαρινάκης



Πέρα από την παραπάνω φράση μου που έλαβε 3 ψήφους,
συμμετείχα επίσης με τις εξής δύο φράσεις:

Μες απ’ τους επιδέσμους του, ανασαίνει ζωή ο φοίνικας.
(Ήταν μεταξύ των τριάντα φράσεων που έλαβαν μία ψήφο.)

Στην εποχή μας, τα ονόματα γελούν, Αμάρανθε!


ίδιοι



Είναι σαν την αναπνοή. Ένα μωρό γεννιέται και ξέρει από τη φύση του πώς να αναπνέει σωστά. Από την πρώτη εκείνη βαθιά και βίαιη εισχώρηση αέρα στους ανεξοικείωτους βρεφικούς πνεύμονες. Εκείνη που ξυπνάει και το πρώτο κλάμα. Έπειτα, για καιρό το ανθρωπάκι πάλλεται ολόκληρο, φουσκώνει και ξεφουσκώνει πλημμυρίζοντας με θρεπτικό οξυγόνο τον εγκέφαλό του. Βλέπεις την κοιλίτσα του να γυμνάζεται. Φυσικά. Και το ανθρωπάκι κολυμπάει σε μια ατμόσφαιρα αέρος όπως είναι φτιαγμένο από τη φύση του να κάνει.

Ύστερα, με τον καιρό και καθώς μεγαλώνει, εγκαταλείπει περιέργως αρκετές φυσικές του συνήθειες και δυνατότητες. Σταδιακά και μάλλον ραγδαίως, ακόμη και η διαδικασία της αναπνοής δυσχεραίνεται. Συντομεύεται. Οι αναπνοές γίνονται κλεφτές. Κανείς μας δεν κατάλαβε ποτέ από ποιον κλέβει τις αναπνοές του˙ το κάνει όμως ενοχικά, και όχι αβίαστα. Σταδιακά και μάλλον ραγδαίως, το σώμα γεμίζει νευρώσεις. Ένταση στους ώμους, συσπάσεις στους μυς τού προσώπου, αστάθεια στη φωνή. Μία φωνή που δε βγαίνει γεμάτη στο ξεφούσκωμα μια πνοής. Μία φωνή που δεν πρεσβεύει την ολότητά μας. Δε φέρει όλα μας τα χρώματα. Σταδιακά και μάλλον ραγδαίως, όλα εκλογικεύονται. Μπαίνουν στη ζωή μας οι προβληματισμοί και η ζωή των άλλων.

Η περίοδος τής εφηβείας κρύβει ίσως μια τελευταία αναλαμπή διαύγειας. Σαν τις αλκυονίδες που παρεμβάλλονται σε καιρό ταραχώδη. Είναι τότε που ο νέος αισθάνεται να κατέχει πλήρως τα όπλα του. Νιώθει ασφαλής στον κόσμο του. Για ένα μικρό διάστημα, έχει όλα όσα τού χρειάζονται, και άλλα δε θέλει. Αδιαφορεί για την εικόνα που ο καθένας σχηματίζει για εκείνον. Κι αυτό, γιατί η δική του εσωτερική εικόνα ξέρει να επιβάλλεται σε όλες τις εξωτερικές: εντυπώσεις, γνώμες, ιδέες των άλλων.




Οι παγίδες είναι στημένες εκεί έξω. Τις στήνουν ακούσια όσοι έχουν πέσει πρώτοι μέσα. Ο κόσμος δεν είναι από τη φύση του κακός. Εξοικειώνεται στο κακό όπως εξοικειώνεται στο να κλέβει τις αναπνοές του. Τού αξίζει το καλό, αλλά όσο περιπλανάται, παραπλανάται κιόλας. Έτσι κι ο νέος άνθρωπος. Σταδιακά και μάλλον ραγδαίως, γνωρίζει ανθρώπους. Πολλούς ανθρώπους. Διαφορετικούς ανθρώπους. Διαφορετικούς μεταξύ τους, αλλά και διαφορετικούς ως προς εκείνον. Το διαφορετικό τον συνεπαίρνει. Δεν το είχε σκεφτεί. Το γεύεται εν αφθονία. Και ύστερα αναρωτιέται αν έτσι έπρεπε να είναι πάντα. Αν κάτι είχε χάσει που δεν το είχε καν φανταστεί προηγουμένως.

Όμως, ευτυχώς.
Ευτυχώς που ανάμεσα στους διαφορετικούς παρεισφρέουν ενίοτε και οι άλλοι… οι ίδιοι (με ή χωρίς τη συνίζηση)…

Είναι τα άτομα εκείνα που αναγνωρίζεις από παλιά, χωρίς να τα έχεις γνωρίσει ποτέ πριν. Τα αναγνωρίζεις γιατί σού θυμίζουν πράγματα από τη χαμένη σου εφηβική νηνεμία. Στην αρχή βεβαίως τα φοβάσαι λίγο. Όσο φοβάσαι το βάθος σου. Θέλει επανεκπαίδευση το να είσαι πάλι εσύ˙ όπως και ο τρόπος που αναπνέεις άλλωστε.

Τα άτομα αυτά θα έρθουν για να σού θυμίσουν κάτι θεμελιώδες:

Δε χάνεις ποτέ κάτι
που δεν είχες ποτέ πραγματικά επιθυμήσει να έχεις.


Θεέ μου, μερικές φορές νομίζω πως ουσιαστικά υπάρχεις.
Κι είναι εκείνες τις φορές που συναντώ στη ζωή μου ανθρώπους που δεν κλέβουν την αναπνοή τους. Που ξέρουν ότι την αξίζουν. Που δεν τρέχουν πίσω από τίποτα. Που δε λαχανιάζουν χωρίς λόγο.

Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, που σαν απεσταλμένους σου, ακόμη μού συστήνεις ανθρώπους ίδιους (με ή χωρίς τη συνίζηση)…


(+) τεστοστερόνη


Αν περάσεις από τον έρωτα στο σεξ,
κι ύστερα από το σεξ στην εκσπερμάτιση...


...τότε γάμησέ τα!


Τι έχω στο μυαλό μου
(Στίχοι / Μουσική / Ερμηνεία: Συμεών Τσακίρης)
από την παράσταση 2 τού Δημήτρη Παπαϊωάννου.

οἱ ἀρκοῦδες ποὺ γεράσανε


Μὰ ποιὸς μπορεῖ νὰ παίξει ὡς τὸ τέλος αὐτὸ τὸ παιχνίδι;


...εὐχαριστῶ, εὐχαριστῶ.


Γιάννης Ρίτσος, Η ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ
Μετάφραση στα γαλλικά: Gérard Pierrat

Η


αν δεν αποδεχτεΙς την Ηττα


τΟτε δεν Εχασες ακΟμα



ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ ΣΤΕΛΛΑ
(ΛΑΔΙ ΣΕ ΜΟΥΣΑΜΑ, 1978)

Η λευτερίαν όπου εκάμανε...



Σαν έφυγα από τους Κολοκοτρωναίους, η νέα Διοίκηση διάταξε τον Νοταρά τον Γιάννη να μας πλερώση. Πάγω μίαν ημέρα εις το κονάκι του, τον βρίσκω και τυραγνούσε έναν πολίτη, τέτοιον τυραγνισμόν δεν τον ξέραν να του κάμουν μήτε οι Κατζαντωναίοι οπού ’ταν λησταί. Δεμένος ο πολίτης, κεφάλι κι’ ο κώλος ένα, και του γύρευαν χρήματα. Τότε σιχάθηκα όλως διόλου το Ρωμαίικο, ότι μάθαμε όλοι την ληστείαν γενικώς. Του μίλησα αυτεινού του ευγενή ότι δεν είναι καλά τα τοιούτα: «Ότι όταν βλέπουν εσάς οπού κάνετε τοιούτα οι άλλοι, οι μικροί, θα φάνε ζωντανούς ανθρώπους». Σας λέγω ως τίμιος άνθρωπος, είχα ως τότε μεγάλο σέβας και ’σ αυτούς και τους σιχάθηκα να μην τους βλέπω, κι’ αναθεμάτισα την λευτερίαν, οπού θα κάμωμε μ’ αυτούς όλους. Τότε απολπίστηκα και γύρεψα να φύγω δια έξω, με βάσταξαν κ’ έμεινα.
Απομνημονεύματα τού Στρατηγού Μακρυγιάννη
(Βιβλίο πρώτο, Κεφάλαιο έκτο)
Λιθογραφία τού Karl Krazeisen (1794-1878)

παραπάνω


Η ζωή μας είναι τόσο ασήμαντη
που κάθε τόσο πρέπει να κατευνάζουμε
με ηλίθια ρητά μεγάλων σοφών και ποιητών...

















 
...την ανάγκη μας για κάτι παραπάνω.





περιθώριο


Πάντα τα είχανε καλά οι ποιητές με τις πουτάνες.
Μοιράζονται το ίδιο περιθώριο.


Εξίσου μυστικές οι απολαύσεις που προσφέρουν...


Κάποια μέρα...







Κάποια μέρα,    

πνιγμένος στα idéaux,    

θα καταλάβω ότι έχασα    

πολλές πολύτιμες futilités...    








(Διονυσόπουλος) Παύλος (1930)
Παλτό και καπέλο, π. 1979  
Affiches massicotées (χαρτί αφίσας), 125 x 32 cm  
 

στον τονο


Ερχονται καποιες στιγμες στη ζωη που
-αν θες να πεις μετα πως εζησες-
θα πρεπει να εκτεθεις.

Κι αν δεν το κανεις τοσον καιρο
ειναι γιατι εχεις ξεχασει κατι πολυ βασικο.

Εχεις ξεχασει πως η αληθεια
δε βρισκεται στον τονο.

Μην αφησεις αλλους να σου την ανεβοκατεβασουν
για να χωρεσει σε προκατασκευασμενες κλιμακες.

Ασε την αληθεια σου στο δικο της σχημα.

Και ποτε μη αισθανθεις ντροπη γι’ αυτη.


Καποιοι ΝΙΩΘΟΥΝ
κι εξω απο τα προκαθορισμενα σχηματα.




Αυτά που έχουμε μέσα μας



Αυτά που έχουμε μέσα μας
ποτέ δε θα τα πούμε.
Γιατί ποια γλώσσα είναι άξια
για να τα μεταφράσει;

Τ’ άπλαστα συναισθήματα
σε τι καλούπι μπαίνουν;

Αυτά που έχουμε μέσα μας
ποτέ τους δε θα γίνουν
φράσεις γραμματικά σωστές
κι ωραία δομημένες.

Αυτά που έχουμε μέσα μας,
μέσα είναι να μείνουν.

Αυτά που έχουμε μέσα μας
ποτέ τους δε θα βγούνε.
Σταλιά-σταλιά ο ωκεανός
ποτέ δε θα στερέψει.

Η κάθε λέξη, βάρκα μας
στο γύρω όλου τού κόσμου.


Β' Έπαινος στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης
τής Εταιρίας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου,
με θέμα: "ΤΟ ΑΓΡΑΦΟ ΧΑΡΤΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ".
(Τετάρτη, 18 Αυγούστου 2010, Νησί Ιωαννίνων)

Photo credits

Μακί


Καινούργιες λεπτομέρειες εμφανίζονταν καθώς πλησιάζαμε την ακτή: οροσειρές, κορφοβούνια, γκρεμοί, ακρωτήρια, και οι σκιές που έριχναν οι κορυφές πάνω στη θάλασσα. Λίγα όμως τα έργα από χέρι ανθρώπου, λίγα τα σπίτια, λίγες οι καλλιέργειες κι οι δρόμοι. Μονάχα ένας φάρος και ένα παλιό παρατηρητήριο υψώνονταν στα îles Sanguinaires, εκείνη την αρμαθιά από ερημικά νησάκια που φαίνεται ριγμένη σαν προπύργιο στον κόλπο τού Αιακείου. Τότε ήταν που μας ήρθαν οι πρώτες μυρωδιές του μακί, μαζί με ένα ζεστούτσικο αεράκι γης. Είναι το άρωμα ολόκληρης της Κορσικής, ένα γλυκόπικρο άρωμα που θυμίζει θα λέγαμε θυμίαμα, μεθυστικό ύστερα από τη βροχή, σα ναρκωτικό. Το μακί είναι μια πυκνή ζούγκλα από φυτά και αρωματικούς θάμνους: κουμαριές, μυρτιές, κίσθους και σκίνα, δεντρολίβανο, λεβάντα και θυμάρι. Καλύπτει όλον τον τόπο εκτός από τα καλλιεργημένα χωράφια και τα δάση. […] Δε χρησίμευσε ίσως ποτέ σε κάτι σπουδαίο, πέρα από καταφύγιο για ληστές και για διάφορες ομάδες που, μέσα στην ταραχώδη ιστορία της Κορσικής, έρχονταν σε ρήξη με τις τοπικές αρχές. Αποτελεί ωστόσο δυνατή και σταθερή αγαλλίαση: κοιμάσαι και ξυπνάς με το απαράμιλλο άρωμά του. Ο Ναπολέων το νοσταλγούσε όταν ολοκλήρωνε την εξόριστη ζωή του στην Αγία Ελένη, και η πληγωμένη υπερηφάνεια του έβρισκε παρηγοριά στην ανάμνηση όχι των παλατιών και των θριάμβων του, αλλά του αρώματος που είχε το μακί της παιδικής του ηλικίας. […]



Κατεβήκαμε τη γέφυρα του πλοίου και βρεθήκαμε στη μέση ενός πλήθους με ηλιοκαμένο δέρμα και ζωηρή ματιά: ακλόνητες ηλικιωμένες με μαύρες φούστες, μαύρα παπούτσια κι ένα μαύρο μαντήλι σφιχτοδεμένο κάτω απ’ το πηγούνι, φιλούσαν τους γιους τους που επέστρεφαν με κοστούμι της πόλης και φανταχτερή γραβάτα. Το φως θύμιζε το ρόδινο χρώμα ενός γινωμένου φρούτου. Ο αέρας ήταν φορτωμένος ανακατωμένες μυρωδιές: το μακί, ο καπνός από το ξύλο, η θαλασσινή αλμύρα, τόσο που αισθανόμουν ένα δυνατό ναρκωτικό να κυριεύει τα πνευμόνια μου.



Αποσπάσματα από το Granite Island, a portrait of Corsica
της Dorothy Carrington. (Longman Group Limited, London, 1971)
Η μετάφραση είναι δική μου.

Στο βίντεο ακούμε τον Jean-Luc Geronimi από το συγκρότημα A Filetta,
στο πολύτιμο À Sergiu 
(Στίχοι: Michele Frassati / Μουσική: Ghjuvan-Claudiu Acquaviva).