Πᾶς Ἀλωμένος



 

Zeni ‘su en ise ettù ‘s ti Kalimera 


Ο άνεμος φέρνει την αλμύρα ενός μακρινού πελάγους. 
Εγώ στέκω πασσαλωμένος στη στεριά, 
και ατενίζω απέραντα λαγκάδια. 
Φτερά δεν έχω άλλα απ’ αυτά τής φαντασίας μου. 
Ο άνεμος αρκείται όμως σ’ αυτά, 
και με βοηθάει να πετάξω... 
σε τόπους υγρούς, 
να γνωρίσω κι άλλη υγρασία από αυτή τής νυχτερινής ηπιότητας. 
Να γνωρίσω μέρη με αλλιώτικο φως, 
άλλο απ’ αυτό τού δειλινού που πέφτοντας με πνίγει. 

Νησιά που κρύβονται πίσω από κάστρα επιφυλακής και παρατηρητήρια. 
Πειρατής –με τα δυο μου μάτια κλειστά– 
θα κινήσω 
να τα κατακτήσω, 
να τα καταλάβω

Να μιλήσω μακρινή λαλιά 
Ελληνικήν ωστόσο 
που άντεξε και μέστωσε santo κρασί στο χρόνο, 
κι ας χρειάστηκε να μείνει 
κλεισμένη σε υπόγεια. 
Να πιω γουλιά-γουλιά 
από την Ιστορία. 

Μα ποια θα ‘ναι τα όπλα μου; 
Εγώ δεν έχω Γνώση. 
Και δίχως τέτοιο χάρισμα
 πώς θα τους σαγηνέψω; 
Πώς θα μ’ αναγνωρίσουνε κι εμένα σαν δικό τους;



Δεν υπάρχουν σχόλια: